Η ποδοσφαιρική καψούρα Νταβίντ Βίγια
Κάπου στα μέσα της δεκαετίας των 00's ένας νέος επιθετικός απ' την Ισπανία είχε αρχίσει να τραβάει τα βλέμματα. Ποδοσφαιρικά και εμφανισιακά. Σχετικά μικροκαμωμένος για σέντερ φορ, σβούρας, με μια ελαφρά αλαζονεία στο βλέμμα και αυτό το αλήτικο γενάκι στο πηγούνι.
Ο "El Guaje", όπως ήταν το προσωνύμιο που τον ακολουθούσε απ’ την ιδιαίτερη πατρίδα του, την Αστουρία, ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα στην τοπική Sporting Gijon, κάνοντας το ντεμπούτο του τη σεζόν 2001-02 στη δεύτερη κατηγορία.
Μετά από δύο έτη, το καλοκαίρι του 2003 η Ρεάλ Σαραγόσα άνοιξε το πορτοφόλι της και δαπάνησε 2,7 εκατομμύρια ευρώ για να τον κάνει κάτοικο La Liga. Για την εποχή εκείνη τα 2,7 για ποδοσφαιριστή της Segunda, με μόλις 13 συμμετοχές πρωταθλήματος σε δύο χρόνια, ήταν σοκαριστικό ποσό. Οι "Los Manos" όμως είχαν κάνει καλή έρευνα κι ο νεαρός επιθετικός άρχισε άμεσα την απόσβεση, σκοράροντας 17 φορές στο πρωτάθλημα τη ρούκι σεζόν του και προσθέτοντας άλλα 15 γκολ την επόμενη. Highlight της διετούς παραμονής του στην ομάδα το μαγικό γκολ εναντίον της Ρεάλ Μαδρίτης σε αγώνα του Copa del Rei.
Το 2005 η εκπληκτική, τότε, Βαλένθια επένδυσε στον Αστουριάνο το ποσό των 12 εκατομμυρίων, για να τον ντύσει "νυχτερίδα". Το σύνολο ήταν τρομερό, με Κανιθάρες στο τέρμα, Αγιάλα και Μαρτσένα στην άμυνα, Αλμπέλδα, Μπαράχα και Ανγκούλο στο κέντρο. Αυτό που έλειπε ήταν ένας killer επιθετικός. Το κομμάτι του παζλ συμπληρώθηκε κι ένα νέο αστέρι γεννήθηκε, ο Νταβίντ Βίγια.
Η πρώτη χρονιά του στις "νυχτερίδες" ήταν ονειρική και ολοκληρώθηκε με απολογισμό 25 γκολ στο πρωτάθλημα, κερδίζοντας το βραβείο του MVP της La Liga και χάνοντας τον τίτλο του πρώτου σκόρερ μόλις για ένα γκολ, απ’ το Σαμουέλ Ετό. Οι εμφανίσεις αυτές εξασφάλισαν στο Βίγια την κλήση στην εθνική ομάδα της Ισπανίας για το Μουντιάλ του 2006. Κατά τη διάρκεια της διοργάνωσης στα Γερμανικά γήπεδα, κατάφερε και εκτόπισε στον πάγκο το μυθικό Ραούλ, δείχνοντας στον ποδοσφαιρικό κόσμο, μαζί με το φίλο του Φερνάντο Τόρες, ποιοι ήταν το ποδοσφαιρικό μέλλον της χώρας. Η Ισπανία τελικά αποκλείστηκε, καθώς μίλησε η κλάση του Ζιντάν, όμως η "ταύροι" δεν είχαν πει την τελευταία τους λέξη.
Την επόμενη σεζόν η Βαλένθια ήταν ακόμα πιο ισχυρή, καθώς αφίχθησαν στη μεσογειακή πόλη οι Χοακίν και Μοριέντες και επέστρεψε απ’ το δανεισμό του ένας νεαρός ονόματι Νταβίντ Σίλβα… Παρά το όμορφο ποδόσφαιρο που απέδωσε όμως, τερμάτισε τέταρτη στη βαθμολογία, ενώ στο Τσάμπιονς Λιγκ αποκλείστηκε στα προημιτελικά απ’ την Τσέλσι. Πρώτος σκόρερ της ομάδας ήταν και πάλι ο Βίγια με 15 και τέσσερα γκολ αντίστοιχα. Το 2007-08 συνέχισε στους ίδιους ρυθμούς και τελείωσε το πρωτάθλημα με 18 τέρματα, ενώ κατέκτησε και το μοναδικό του τρόπαιο με τη Βαλένθια, το Copa del Rei, το οποίο αποτέλεσε μια μικρή δικαίωση για εκείνη την φοβερή φουρνιά των "νυχτερίδων".
Τα καλύτερα όμως για τον "Guaje" ήταν μπροστά του. Το καλοκαίρι του 2008 η Ισπανία κλήθηκε να αποδείξει στο Euro, πως με την τρομερή γεννιά ποδοσφαιριστών στο ρόστερ της είχε έρθει η ώρα της. Πρώτος αγώνας με τη Ρωσία και συντριπτική νίκη με 4-1, με το Βίγια να αναλαμβάνει εξαρχής ρόλο ηγέτη και να πετυχαίνει χατ-τρικ, δείχνοντας έτσι πως μαζί με τον Τόρες αποτελούσαν το καλύτερο επιθετικό δίδυμο του κόσμου. Το σημείο κλειδί όμως για τη "Furia Roja" ήταν η δεύτερη αγωνιστική.
Αντίπαλος ήταν η Σουηδία, η οποία είχε επίσης κερδίσει το πρώτο παιχνίδι κι έτσι ο μεταξύ τους αγώνας θα έκρινε την πρώτη θέση του ομίλου. Η Ισπανία προηγήθηκε με τον Τόρες, αλλά ισοφάρισε ο Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς. Το ενενηντάλεπτο έφτανε στο τέλος του και τα φαντάσματα παλιότερων αποτυχιών άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους, ώσπου στο 93’ συνέβη. Ένα γέμισμα έγινε απ’ την άμυνα, ο Βίγια μ’ ένα τσίμπημα κατέβασε την μπάλα και ντρίμπλαρε ταυτόχρονα τον αντίπαλό του και πλάσαρε τον τερματοφύλακα, δίνοντας τη νίκη. Αυτό ήταν. Λες κι έγινε ένα κλικ στο μυαλό των Ισπανών, δεν κοίταξαν ξανά πίσω. Έκτοτε αντιμετώπισαν όλους τους αντιπάλους τους με ανωτερότητα και αυτοπεποίθηση κι η loser νοοτροπία δεν υπήρχε πια.
Ο αδιάφορος τελευταίος αγώνας των ομίλων απέναντι στην Ελλάδα κερδίθηκε εύκολα απ’ τους αναπληρωματικούς και στο πρώτο νοκ-άουτ αντίπαλος ήταν η παγκόσμια πρωταθλήτρια Ιταλία. Λευκή ισοπαλία σε κανονική διάρκεια και παράταση κι η λύση δόθηκε στα πέναλτυ. Στην πρώτη εκτέλεση ο Νταβίντ Βίγια, ο καλύτερος εκτελεστής των Ισπανών σκόραρε και στη συνέχεια ανέλαβε ο Κασίγιας, που απέκρουσε δύο εκτελέσεις, έναντι μίας του Μπουφόν. Οι θριαμβευτές Ισπανοί στον ημιτελικό συνάντησαν για δεύτερη φορά τη Ρωσία. Στα πρώτα λεπτά ο Βίγια τραυματίστηκε και βγήκε αναγκαστικά ως αλλαγή, χάνοντας στη συνέχεια και τον τελικό, εξαιτίας του τραυματισμού. Οι "ταύροι", όμως, είχαν πλέον κεκτημένη ταχύτητα και σκούπισαν με 3-0 τους Ρώσους.
Στον τελικό με τη Γερμανία μπορεί να μην έπαιζε ο πρώτος σκόρερ τους, αλλά φρόντισε να καθαρίσει ο Διόσκουρός του, Φερνάντο Τόρες. Η Ισπανία ήταν πρωταθλήτρια Ευρώπης μετά από σχεδόν μισό αιώνα, με τον Τσάβι να κερδίζει τον τίτλο του MVP και το Βίγια τον τίτλο του πρώτου σκόρερ της διοργάνωσης. Η ταμπέλα του loser είχε πεταχτεί στα σκουπίδια.
Την επόμενη σεζόν ο "Guaje" έκανε εκπληκτικές εμφανίσεις, ανέλαβε την επίθεση των "νυχτερίδων" μόνος του, μετά τη φυγή του Μοριέντες και σκόραρε 28 φορές για το πρωτάθλημα. Η Βαλένθια όμως, παρά το εξαιρετικό υλικό της και με τα οικονομικά προβλήματα να μεγαλώνουν τερμάτισε έκτη. Γινόταν όλο και πιο φανερό πως η πόλη πλέον δεν τον χωρούσε και πως η μετακίνηση σε μια μεγαλύτερη ομάδα ήταν θέμα χρόνου. Σειρήνες ακουγόντουσαν από Μαδρίτη και Βαρκελώνη, αλλά τελικά η Ρεάλ προτίμησε τον Μπενζεμά λόγω κόστους κι η Μπαρτσελόνα προχώρησε στην απόκτηση του Ιμπραΐμοβιτς, λόγω επιμονής του προέδρου Ροσέλ και παρά την προτίμηση του Γκουαρντιόλα για τον Αστουριάνο επιθετικό.
Το επόμενο ποδοσφαιρικό έτος πέρασε με τον άσο της Βαλένθια να προσθέτει ακόμα 21 γκολ πρωταθλήματος στο λογαριασμό του, αλλά το καλύτερο το κρατούσε για το Μουντιάλ και τα γήπεδα της Νοτίου Αφρικής. Πρώτος αγώνας των ομίλων κι οι Ισπανοί ηττώνται απ’ την Ελβετία, πράγμα που τους αφύπνισε. Στο επόμενο ματς με την Ονδούρα ο Βίγια ανέλαβε δράση και σκόραρε δύο φορές, ενώ στο τελευταίο των ομίλων οδήγησε τη χώρα του στη νίκη επί της Χιλής και στην πρώτη θέση του ομίλου με ένα εκπληκτικό γκολ απ’ το κέντρο.
Πρώτο νοκ-άουτ και νίκη με 1-0 την Πορτογαλία με γκολ του Αστουριάνου άσου, προημιτελικά με την Παραγουάη ξανά νίκη με 1-0, ξανά με σκόρερ το Βίγια. Στον ημιτελικό και τον τελικό ανέλαβαν οι Πουγιόλ και Ινιέστα κι η Ισπανία έκανε το double, όντας ταυτόχρονα πρωταθλήτρια Ευρώπης και παγκόσμια πρωταθλήτρια, με τον Νταβίντ Βίγια να χρίζεται και πάλι πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης, αυτή τη φορά από κοινού με τους Φορλάν, Μίλερ και Σνάιντερ.
Η επόμενη χρονιά τον βρήκε να φορά την μπλαουγκράνα φανέλα, αφού οι Καταλανοί, μετά την αποτυχία του πειράματος Ιμπραΐμοβιτς, αποφάσισαν πως αρκετά τον είχαν αγνοήσει. Το ταίριασμα του Βίγια με την επιθετική λειτουργία της Μπαρτσελόνα ήταν απόλυτο, η χρονιά εξελίχθηκε με ονειρεμένα κι οι “μπλαουγκράνα” κατέκτησαν πρωτάθλημα και Τσάμπιονς Λιγκ, παίζοντας το καλύτερο ποδόσφαιρο όλων των εποχών. Ο βραχύσωμος επιθετικός σε δεύτερο ρόλο πλέον, με την παρουσία του Μέσι, πέτυχε 18 γκολ στο πρωτάθλημα, ενώ έδωσε ως highlights τα δύο γκολ στο θρίαμβο με 5-0 επί της Ρεάλ στο El Clasico και το γκολ στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Η σεζόν που ακολούθησε ξεκίνησε με ένα πανέμορφο γκολ επί της Ρεάλ στο Σούπερ Καπ, αλλά στο Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων η ατυχία χτύπησε την πόρτα του σπουδαίου επιθετικού. Κατά τη διάρκεια του ημιτελικού της διοργάνωσης αποχώρησε τραυματίας κι η γνωμάτευση ήταν κάταγμα κνήμης. Χάθηκε η υπόλοιπη χρονιά, καθώς κι η αρχή της επόμενης κι όταν τελικά επέστρεψε δεν ήταν ποτέ ξανά ο ίδιος. Η παρουσία του Αλέξις Σάντσεζ κι η έλευση του Νεϊμάρ οδήγησαν το Βίγια στην έξοδο το καλοκαίρι του 2013, με κατεύθυνση την Ατλέτικο Μαδρίτης.
Ως κάτοικος της ισπανικής πρωτεύουσας κατέκτησε ακόμη ένα πρωτάθλημα, κάνοντας καλή χρονιά με 13 γκολ. Το καλοκαίρι του 2014 όμως ένιωσε πως δεν μπορούσε πλέον να σταθεί στο ανώτατο επίπεδο του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου και διέσχισε τον Ατλαντικό για χάρη της νεοϊδρυθείσας Νιου Γιορκ Σίτυ. Ταυτόχρονα έγραψε τον επίλογο με την εθνική του ομάδα στο αποτυχημένο Μουντιάλ της Βραζιλίας, όπου και πέτυχε το τελευταίο του γκολ με την κόκκινη φανέλα. Ένα γκολ με τακουνάκι, ξεχωριστό σαν τον ίδιο.
Στο MLS κέρδισε το βραβείο του MVP του πρωταθλήματος το 2016 και σκόραρε συνολικά 80 φορές στα τέσσερα χρόνια που η παρουσία του κόσμησε τη διοργάνωση. Τελικά το 2019 μετά από μια χρονιά στην ιαπωνική Βίσελ Κόμπε, μαζί με τον Ινιέστα, με απολογισμό άλλα 13 γκολ, ο Ισπανός φορ κρέμασε τα παπούτσια του.
Ο Βίγια σαν ποδοσφαιριστής ήταν ταχύτατος, τεχνίτης, αμφιδέξιος, με καλό πόδι και για μακρινές αποστάσεις. Η σωματοδομή του έφερνε περισσότερο σε εξτρέμ, όμως αγωνιζόταν με την ίδια ευκολία σε όλο το πλάτος της επίθεσης. Το μεγαλύτερο ποδοσφαιρικό προσόν του όμως, ήταν η κίνηση χωρίς μπάλα. Ήταν τέτοια η ικανότητά του στις κάθετες κινήσεις ανάμεσα στους αντιπάλους αμυντικούς, που ακόμη και στο σημερινό ποδόσφαιρο δε συναντάμε παίκτη με τόσο ανεπτυγμένο το συγκεκριμένο στοιχείο. Αν θέλαμε πάντως να αναφέρουμε κάποιον με παρόμοιο αγωνιστικό στυλ, αυτός είναι ο Τζέιμι Βάρντι.
Η ποδοσφαιρική καριέρα του "Guaje" δεν αντικατοπτρίζει την κλάση του. Άξιζε περισσότερα, όπως μαρτυρούν κι οι ατομικές του διακρίσεις. Πρώτος σκόρερ όλων των εποχών της εθνικής Ισπανίας, με 59 γκολ, πρώτος σκόρερ σε Μουντιάλ και Euro, 397 γκολ καριέρας σε 761 αγώνες με μέσο όρο 0,6 γκολ ανά 90 λεπτά. Το θέμα όμως δεν είναι μόνο οι αριθμοί.
Ήταν καψούρα γιατί έπαιζε σέντερ φορ σε μια εποχή που στη θέση πρωταγωνιστούσαν παίκτες με τη σωματοδομή του Ντρογκμπά, του Τόρες και του Φαν Νίστελροϊ. Γιατί είχε μπλαζέ υφάκι και ποδοσφαιρικό θράσος ταυτόχρονα. Γιατί μας έκανε ν’ αφήσουμε φαβορίτες και να υποστηρίζουμε Βαλένθια, ενώ πλέον δε διεκδικούσε καν μεγάλους τίτλους. Γι’ αυτούς τους λόγους, ένα αφιέρωμα γι’ αυτόν τον παικταρά είναι το λιγότερο που μπορεί να γίνει.
Γιώργος Παυλίδης