Εκεί που τελειώνει η λογική, αρχίζει η ΑΕΚ

 


Ακόμα μία καταστροφική σεζόν για την ΑΕΚ ολοκληρώνεται. Τα λάθη και οι αστοχίες είναι ανθρώπινα και γίνονται σε όλους τους συλλόγους. Η εμμονική επιμονή σε αποδεδειγμένα κάκιστη στρατηγική, όμως, από πλευράς "κιτρινόμαυρων" είναι κάτι που δε χωράει δικαιολογίες.

Ιδιοκτήτης της ΑΕΚ και με τη βούλα, πλέον, είναι ο Δημήτρης Μελισσανίδης. Σίγουρα του αξίζει credit για την κατασκευή του νέου γηπέδου και την εξασφάλιση και επέκταση του προπονητικού κέντρου. Συνεχίζοντας όμως θα επικεντρωθούμε στο αγωνιστικό και οργανωτικό κομμάτι.


ΜΙΑ ΧΡΟΝΟΚΑΨΟΥΛΑ ΑΠ' ΤΑ 90's

Η ενασχόληση του Μελισσανίδη με το ποδόσφαιρο απ' τη δεκαετία του '90 έχει αφήσει το στίγμα της πάνω του. Ο "κιτρινόμαυρος" ηγέτης είναι φανερό πως "ζει" σε περασμένες δεκαετίες και ακολουθεί τις ανάλογες πρακτικές.



Την εποχή εκείνη ο τρόπος λειτουργίας μιας ομάδας είχε δύο χαρακτηριστικά. Το ένα ήταν οι αυξημένες, σε σχέση με σήμερα, αρμοδιότητες του προπονητή, καθώς έτρεχε θέματα που πλέον ανήκουν σε άλλους υπεύθυνους, όπως τεχνικούς διευθυντές, αναλυτές κτλ. Αυτό ήταν το αγγλικό μοντέλο  όχι του coach, αλλά του manager.

Το άλλο χαρακτηριστικό, τουλάχιστον στην Ελλάδα, ήταν η παρεμβατικότητα των προέδρων. Ο εκάστοτε πρόεδρος προσλάμβανε και απέλυε προπονητές και λοιπό προσωπικό κατά βούληση, αγόραζε και πουλούσε παίκτες μόνος του, ορισμένες φορές μπορεί να αποφάσιζε ακόμη και τα πρόσωπα της ενδεκάδας. Όλα αυτά φυσικά βασισμένα όχι σε κάποια ανάλυση ή επαγγελματική γνώμη, αλλά αποκλειστικά στο μάτι του, άντε και στη συμβουλή κάποιου φιλικού του προσώπου, που επίσης δεν είχε επαγγελματική σχέση με το άθλημα. Δέσμιος αυτής της νοοτροπίας είναι ακόμη ο Μελισσανίδης και το μόνο που καταφέρνει, είναι να κάνει κακό στην ομάδα του.

Στο σημερινό ποδόσφαιρο όμως τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Σε ομάδες που λειτουργούν με σύγχρονα πρότυπα, πέραν του διευθύνοντος συμβούλου και των υπεύθυνων για την εμπορική ανάπτυξη και τα οικονομικά του συλλόγου, υπάρχουν ολόκληρες στρατιές ανθρώπων που τρέχουν το καθαρά αθλητικό κομμάτι. Πάνω απ' όλους σ' αυτό είναι ο αθλητικός διευθυντής, αρμόδιος για το συντονισμό των διαφορετικών τμημάτων που υπάγονται στο πρόσωπό του, ο οποίος αποτελεί και το συνδετικό κρίκο μεταξύ ομάδας και διοίκησης. Σημαντικότερος υφιστάμενός του είναι ο τεχνικός διευθυντής, που στην Ελλάδα, λανθασμένα, αντιμετωπίζεται περισσότερο ως αρχισκάουτερ. Ο ρόλος του όμως είναι πολύ σπουδαιότερος, είναι υπεύθυνος για την πρόσληψη και την απόλυση όλου του προσωπικού του προπονητικού τιμ (συμπεριλαμβανόμενου και του προπονητή), του ιατρικού τιμ, του τμήματος σκάουτινγκ και γενικότερα για το σύνολο σχεδόν του ανθρώπινου δυναμικού στο καθαρά ποδοσφαιρικό κομμάτι. 



Ο προπονητής απ' την άλλη έχει πλέον πολλούς ανθρώπους να υποβοηθούν το έργο του, με ιδιαίτερη έμφαση να δίνεται στους πάσης φύσεως αναλυτές. Αυτοί αναλύουν με τη συνδρομή της τεχνολογίας την απόδοση και την κατάσταση των παικτών της ομάδας, των παικτών των ακαδημιών, των παικτών των αντιπάλων, τις τακτικές των αντιπάλων και διάφορα άλλα στοιχεία ακόμα πιο εξειδικευμένα, γι' αυτό και ο αριθμός των αναλυτών πρέπει να είναι μεγάλος και δείχνει τάση να αυξηθεί περισσότερο.

Μιλώντας για αναλυτές δεν πρέπει να ξεχνάμε και το σύγχρονο σκάουτινγκ, που πλέον δε βασίζεται στο μάτι των σκάουτερ, οι οποίοι παρακολουθούν τον έναν αγώνα μετά τον άλλο, αλλά στα data analytics και τους αριθμούς που δίνουν οι αλγόριθμοι. Ο ρόλος του παραδοσιακού σκάουτερ έχει περιοριστεί μόνο στο τελευταίο στάδιο, όταν η ομάδα έχει κατασταλάξει σε δύο ή τρεις επιλογές παικτών. Ακόμη και τότε βέβαια η δουλειά του είναι να μάθει πράγματα, οπώς ο χαρακτήρας και ο επαγγελματισμός του στόχου, όχι η αγωνιστική αξιολόγηση, αυτή την έχει κάνει ήδη ο αλγόριθμος και ο άνθρωπος που κάθεται μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή.



Τα τελευταία χρόνια στην ΑΕΚ βλέπουμε την παρουσία ενός εκτελεστικού διευθυντή, ως ανθρώπου του προέδρου (τουλάχιστον όσο κατείχε τη θέση ο Μπάγεβιτς), έναν τεχνικό διευθυντή χωρίς ιδιαίτερες ελευθερίες, του οποίου το κεφάλι κινδυνεύει αν κάνει κάποια λάθος επιλογή και του προπονητή. Εκεί που τα νεότερα πρότυπα θέλουν τους συλλόγους να λειτουργούν σαν πολυπρόσωποι οργανισμοί με τόσα διαφορετικά εξειδικευμένα τμήματα, η λειτουργία της ΑΕΚ τρέχει με τις αποφάσεις να λαμβάνονται μόλις από τρία πρόσωπα, τέσσερα μαζί με τον πρόεδρο...


ΜΙΑ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ

Ρίχνοντας μια συνοπτική ματιά προς το παρελθόν, καταλαβαίνουμε την παράνοια στην οποία έχει παγιδευτεί ο "Δικέφαλος". Χωρίς να υπολογίζουμε τους υπηρεσιακούς, έχουν αλλάξει απ' το καλοκαίρι του 2015 έως σήμερα δέκα διαφορετικοί προπονητές, ένας εκ των οποίων για τρεις διαφορετικές θητείες.



Το μεγαλύτερο, όμως, πρόβλημα δεν είναι ο αριθμός των προπονητών, αλλά το ανύπαρκτο στρατηγικό πλάνο, που κοστίζει στην ομάδα την απουσία μιας συνέχειας και μιας αγωνιστικής ταυτότητας. Χαρακτηριστικές είναι οι ενάρξεις πολλών σεζόν με επιθετικογενή τεχνικό στον πάγκο και κατόπιν η αντικατάστασή του με κάποιον αμυντικογενή, ο οποίος κλείνει τη χρονιά. Τέτοια παραδείγματα είναη η αντικατάσταση του Δέλλα με τον Πογέτ, του Ουζουνίδη με το Χιμένεθ, του Καρντόσο με τον Καρέρα και του Μιλόγεβιτς με το Γιαννίκη.

Μεγάλο πρόβλημα επίσης αποτελούν και τα κριτήρια επιλογής προπονητών, τα οποία σπανίως είναι επαγγελματικά. Η ποδοσφαιρική απάτη που λέγεται Κετσμπάγια ήταν προσωπική επιλογή του Μελισσανίδη, απλά και μόνο γιατί τον γνώριζε απ' την παλιότερη θητεία του στην ΑΕΚ ως παίκτη. Το τρομερό επιχείρημα που ακουγόταν απ' τα γραφεία στο Μαρούσι ήταν πως ο Γεωργιανός μιλούσε την ίδια ποδοσφαιρική γλώσσα με Μελισσανίδη και Μπάγεβιτς.



Άλλη προεδρική επιλογή προπονητή αποτελούσε ο Μαρίνος Ουζουνίδης. Το πρόσχημα ήταν πως θα έπαιζε πιο θεαματικό ποδόσφαιρο, ήταν κοινό μυστικό, όμως, πως κριτήριο αποτέλεσε η καλή πορεία του με τον Παναθηναϊκό με εξωφρενικά χαμηλό μπάτζετ. Τελευταίο κρούσμα προσωπικής παρέμβασης του Μελισσανίδη ήταν η πρόσληψη του Αργύρη Γιαννίκη. Ο Έλληνας τεχνικός έχει ανύπαρκτο βιογραφικό, αλλά η φοίτησή του στη σχολή της Κολωνίας και η θετική παρουσία του στον πάγκο του ΠΑΣ, ήταν αρκετά για να θεωρηθεί πως μπορεί να κάνει πρωταθλητισμό με την "Ένωση".

Οι τεχνικοί διευθυντές τα τελευταία χρόνια κάνουν επίσης παρέλαση, με το μεγαλύτερο πρόβλημα ωστόσο να είναι και εδώ οι λόγοι για τους οποίους προσλαμβάνονται. Όπως φαίνεται, το μοναδικό κριτήριο είναι το αγωνιστικό παρελθόν του εκάστοτε προσώπου ως ποδοσφαιριστής της ΑΕΚ. Και όχι δεν το γράφουμε καθ' υπερβολή. Απ' τη στιγμή της επιστροφής έως σήμερα ΟΛΟΙ οι τεχνικοί διευθυντές που πέρασαν απ' την ομάδα έχουν φορέσει τη κιτρινόμαυρη φανέλα. Χωρίς μάλιστα τις περισσότερες φορές να συγκεντρώνουν σοβαρά προσόντα. Κραυγαλέο παράδειγμα αποτελεί ο Παναγιώτης Κονέ, ο οποίος με το που σταμάτησε το ποδόσφαιρο και σχεδίαζε να ακολουθήσει καριέρα προπονητή, βρέθηκε ξαφνικά με μηδενική εμπειρία να παριστάνει τον τεχνικό διευθυντή.



Οι μοναδικοί απ' αυτούς που μπορούν να χαρακτηριστούν σοβαροί και επιτυχημένοι επαγγελματίες είναι οι Μιλοβάνοβιτς και Ίβιτς. Κοινό χαρακτηριστικό τους είναι πως αποχώρησαν οικειοθελώς, επειδή δεν υπήρχε σωστή συνεργασία από πλευράς διοίκησης, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να κάνουν σωστά τη δουλειά τους.


ΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΟΚΕΝΤΡΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ

Σε όλη αυτή την παράνοια που μόλις περιγράψαμε έχει διαδραματίσει κεντρικό ρόλο ο Δημήτρης Μελισσανίδης. Ας ξεκινήσουμε με την παρεμβατικότητά του σε θέματα που αφορούν την επιλογή προσώπων, ενώ τις αποφάσεις θα έπρεπε να παίρνουν με επαγγελματικά κριτήρια οι άνθρωποι που δουλεύουν πάνω σ' αυτό το αντικείμενο.

Χαρακτηριστική είναι η επιμονή του είτε σε γνωστά πρόσωπα με παρελθόν στην ομάδα, όπως οι Χιμένεθ, Αραούχο, Βράνιες, είτε σε άτομα που έχει τύχει να δει και του άρεσαν, σε μια καφενειακή λογική του τύπου "α, αυτό το εξτρέμ του Παναιτωλικού φαίνεται καλός, ας τον πάρω". 

Τέτοια ιστορία αποτελεί η επιλογή αριστερού μπακ το καλοκαίρι του 2020. Επιλογή του Ίβιτς ήταν ο Μλαντένοβιτς, αλλά με απόφαση Μελισσανίδη, μετά από συμβουλή φίλου του αποκτήθηκε ο Ινσούα, που μόλις είχε μείνει ελεύθερος απ' τον Παναθηναϊκό. Ο πρώτος πήγε στη Λέγκια Βαρσοβίας, όπου σε 68 εμφανίσεις έχει 9 γκολ και 15 ασίστ και κοστολογείται 1,7 εκατομμύρια ευρώ, ενώ τον δεύτερο έψαχνε η ΑΕΚ να τον ξεφορτωθεί μόλις σε μισό χρόνο και πλέον κοστολογείται μόλις με 600 χιλιάδες.



Ένα ακόμη μαργαριτάρι είναι η ιστορία με τον Γούτα το καλοκαίρι του 2021. Ο Μελισσανίδης ενθουσιάστηκε με τον αμυντικό στον αγώνα μεταξύ ΑΕΚ και Ατρόμητου μέσα στη σεζόν, οπότε και σκόραρε κι έτσι τον έκλεισε μόνος του σαν ελεύθερο το καλοκαίρι. Αργότερα όμως σε συνομιλία του με τον Αχιλλέα Μπέο, ο τελευταίος του πρότεινε το Μήτογλού, λέγοντας πως είναι καλύτερος απ' το Γούτα. Έτσι στηριζόμενος σ' αυτό το απολύτως επαγγελματικό κριτήριο αγόρασε το Μήτογλου και αποδέσμευσε τον Γούτα απ΄την υπογραφή του.


ΑΛΛΑ ΤΙΠΟΤΑ ΔΕ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΑΛΛΑΖΕΙ

Παρα το σήριαλ αποτυχιών που οφείλεται στον τρόπο λειτουργίας των "κιτρινόμαυρων" δε φαίνεται να υπάρχει διάθεση να αλλάξει κάτι.  Η εμμονή με τα γνώριμα πρόσωπα ξαναβγαίνει στην επιφάνεια με την προσέγγιση του Φερνάντο Σάντος για την ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας το ερχόμενο καλοκαίρι. Ενός μεγάλου μεν προπονητή, που όμως δεν έχει προπονήσει σύλλογο απ' το 2010. Εδώ και δώδεκα χρόνια!  Και όπως είναι κοινώς γνωστό η προπονητική θητεία σε εθνική ομάδα αποτελεί το κατώφλι πριν τη σύνταξη. Δε χρειάζεται φυσικά να αναφερθεί πως η αναμονή μέχρι τα τέλη Μαρτίου για να φανεί αν η Πορτογαλία προκριθεί στο Μουντιάλ, μόνο σοβαρή νοοτροπία δε δείχνει.



Ακόμα πιο τραγική φυσικά είναι η σκέψη για την περίπτωση Φαν 'τ' Σιπ, απλά και μόνο επειδή τον έχουμε δει στην εθνική, ενός ανθρώπου που προπονητικά δεν έχει να επιδείξει απολύτως τίποτα σε βιογραφικό και καριέρα.

Τέλος αξίζει να αναφερθεί πως σύμφωνα με νεότερα δημοσιεύματα επιθυμία του Μελισσανίδη είναι να δοθεί λευκό χαρτί στον επόμενο προπονητή και να έχει υπερεξουσίες να πράττει όπως νομίζει. Ένα μοντέλο λειτουργίας, δηλαδή, που έχει εγκαταλειφθεί σε όλο τον ποδοσφαιρικό κόσμο, ακόμα και στην πιο παραδοσιακή Αγγλία. Ένα μοντέλο που μόλις φέτος ο ΠΑΟΚ φρόντισε να θυμίσει σε όλους πως δεν δουλεύει πλέον, ακόμα κι αν δοκιμάστηκε με τον εγνωσμένης αξίας Λουτσέσκου, τον πιο κατάλληλο άνθρωπο γι' αυτό το ρόλο. Μετά από λίγους μήνες ο "Δικέφαλος του Βορρά" επέστρεψε στο μοντέλο λειτουργίας με τεχνικό διευθυντή.

Κάποιοι πρέπει να καταλάβουν σε ποια εποχή ζούμε. Στην εποχή της εξειδίκευσης, της τεχνολογίας και των analytics. Τόσοι και τόσοι σύλλογοι έχουν ήδη δείξει το δρόμο, όμως κάποιοι στο "κιτρινόμαυρο" στρατόπεδο εθελοτυφλούν. Αυτοί οι κάποιοι πρέπει κάποια στιγμή να καταλάβουν πως τις αποφάσεις καλό είναι να τις παίρνουν οι επαγγελματίες, καθώς και πως η ποικιλία προσωπικού και ποδοσφαιριστών δεν περιορίζεται μόνο στα πρόσωπα που γνωρίζουμε ήδη. Αν λειτουργούσαν όλοι μ' αυτή τη λογική δε θα βλέπαμε ποτέ στην Ελλάδα άτομα σαν τους Μίτσελ, Μάρκο Σίλβα, Μαρτίνς, Άρνεσεν και Μπούργος...


Γιώργος Παυλίδης