Τι κάνει ο Ολυμπιακός τόσο καλύτερα απ' τους υπόλοιπους;



Την τελευταία τριετία βλέπουμε την αγωνιστική κυριαρχία του Ολυμπιακού, ενώ οι αντίπαλοί του, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, έχουν αρκετή απόσταση να καλύψουν. Οι Πειραιώτες δε βρίσκονται τόσο μπροστά απ’ τους διώκτες τους κατά τύχη. Είναι στη θέση αυτή χάρη σε κάποιους παράγοντες, που πρέπει να αποτελέσουν παράδειγμα και για τις υπόλοιπες ελληνικές ομάδες.


ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΑΝΩΤΕΡΟΤΗΤΑ

Μετά από διάφορες φουρτούνες και τρικυμίες, Παναθηναϊκός, ΑΕΚ και ΠΑΟΚ απολαμβάνουν επιτέλους μια σταθερή διοίκηση και μια οικονομική υγεία. Έχουν συγκεκριμένους και αδιαμφισβήτητους ιδιοκτήτες, δεν πνίγονται πλέον στα χρέη και στηρίζονται έως ένα σημείο στα έσοδά τους για την οικονομική διαχείριση κάθε σεζόν. Η σταθερότητα όμως στο εσωτερικό κάθε συλλόγου δεν πρέπει να υπάρχει μόνο στα ανώτατα κλιμάκια.



Στην Ελλάδα υπάρχει η εντύπωση πως είναι φυσιολογικό να να έχουν τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο στην ομάδα ο προπονητής και ο πρόεδρος. Άντε και ο τεχνικός διευθυντής, τον οποίο οι περισσότεροι λανθασμένα θεωρούν απλά κάτι σαν αρχισκάουτερ. Σε μια σύγχρονη ομάδα, όμως, οφείλει να υπάρχει ένα τεράστιο οργανόγραμμα, με διάφορα τμήματα και πολλά στελέχη. Οι συντριπτική πλειοψηφία των ομάδων, δυστυχώς, είτε αγνοεί θεσμούς όπως του αθλητικού διευθυντή και του τμήματος data analytics, είτε έχει ευνουχίσει θεσμούς που χρησιμοποιεί, όπως του τεχνικού διευθυντή που προαναφέρθηκε.

Απ' τα πρώτα χρόνια της ανάληψης της ηγεσίας της ομάδας απ' τη νυν διοίκηση φάνηκε η διάθεση να ακολουθηθεί ένα πιο μακροπρόθεσμο πλάνο και μεγαλύτερη σταθερότητα στα πρόσωπα, προκειμένου να υπάρχει μια συνέχεια και μια αγωνιστική ταυτότητα.

Ανεξαρτήτως της επιτυχίας στην επιλογή στελεχών, ο Ολυμπιακός ήταν ίσως η μοναδική ελληνική ομάδα που έδωσε βάρος στη θέση του αθλητικού διευθυντή. Τις μεταγραφικές κινήσεις και τις προσλήψεις πάσης φύσεως προσωπικού τις έκανε ο εκάστοτε κάτοχος της θέσης, από κοινού με τους συνεργάτες του, χωρίς να ανακατεύεται ο πρόεδρος, όπως είναι ο κανόνας στα μέρη μας.  Αυτό οδήγησε σε πιο επαγγελματικές αποφάσεις, που δεν ήταν τόσο επηρεασμένες από συναισθηματισμό.



Επιπλέον σταθερότητα εξασφαλίστηκε με την παραμονή των προσώπων στη θέση τους για κάποιο διάστημα, παρά τις τυχόν αποτυχίες σε κάποιες επιλογές. Η ανόητη συνήθεια να απολύεται ο τεχνικός διευθυντής, εάν ο προπονητής που έφερε δε βγήκε, δεν ακολουθήθηκε.  Με την ίδια λογική θα έπρεπε να απολύεται ο σκάουτερ αν δεν του έβγαινε ένας ποδοσφαιριστής. Κοιτάζοντας στο παρελθόν βλέπουμε τις διετείς παραμονές των Κοβάσεβιτς και Ισά το διάστημα 2011-2015, ενώ την ίδια περίοδο στους ανταγωνιστές το θέμα δεν ήταν καν η διάρκεια της παραμονής των αθλητικών ή τεχνικών διευθυντών, αλλά το αν έστω υπήρχαν...

Ακόμα μεγαλύτερη σταθερότητα στο οικοδόμημα έδωσε η μακροχρόνια παραμονή του νυν αθλητικού διευθυντή Κριστιάν Καρεμπέ, ως στρατηγικού συμβούλου απ' το 2013 έως το 2018, οπότε και ανέλαβε την τωρινή του θέση, ενώ ένα ακόμη σημαντικό πρόσωπο που δεν μπορούμε να παραλείψουμε, είναι ο Φρανσουά Μοντεστό, ως επικεφαλής του τμήματος σκάουτινγκ τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Ο Κορσικανός είναι εξαιρετικά επιτυχημένος στο πόστο του, αυτό όμως που πρέπει να αναφερθεί είναι πως αρχικά υπηρέτησε για ένα έτος ως τεχνικός διευθυντής, όπου δεν κρίθηκε επαρκής. Το θέμα φυσικά είναι πως δεν απολύθηκε απ' την ομάδα, αλλά απλώς τον μετέθεσαν σε ένα ρόλο που του ταιριάζει καλύτερα.



Αποτυχίες στη στελέχωση των επιτελικών θέσεων της ομάδας σίγουρα υπήρξαν, όπως η εκκωφαντική ανεπάρκεια του Εντουάρντο Μαθία, παρά το βιογραφικό του στη Λίβερπουλ. Τα λάθη όμως είναι φυσιολογικό να υπάρχουν, το σημαντικό είναι να αφήνονται στο παρελθόν και να γίνονται διδάγματα. Και λάθη όπως αυτά της διετίας 2016-2018, για τα οποία θα μιλήσουμε πιο κάτω, φαίνεται να έχουν γίνει μάθημα.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΟΠΟΝΗΤΗΣ

Πολύ σημαντικό στοιχείο είναι η πολιτική των ερυθρόλευκων, που αφορά τους προπονητές. Η επιλογή του ανθρώπου που θα αναλάβει την τεχνική ηγεσία γίνεται με βάση την αγωνιστική ταυτότητα οιυ οραματίζονται για το σύλλογο οι υπεύθυνοι. Στη συγκεκριμένη περίπτωση οραματίζονται μια ομάδα που παίζει επιθετικό ποδόσφαιρο και δίνει ευκαιρίες σε νεαρούς ή άγνωστους παίκτες, ώστε να μπορέσει να τους πουλήσει αργότερα.

Με βάση αυτά τα κριτήρια επιλέχθηκαν ο Βαλβέρδε, ο Μίτσελ, ο Μάρκο Σίλβα και ο Μαρτίνς. Χαρακτηριστικό περάδειγμα της σημασίας που δίνεται στην αγωνιστική συνέχεια του Ολυμπιακού είναι η απόλυση του Λεονάρντο Ζαρντίμ, μετά από μόλις λίγους μήνες δουλειάς, όχι λόγω των αποτελεσμάτων που έφερνε η ομάδα, αλλά λόγω του αγωνιστικού στυλ που εφάρμοζε. Το στυλ αυτό ερχόταν σε αντίθεση με τα θέλω των αρμόδιων  για τη λειτουργία του συλλόγου και εκτροχίαζε το μακροχρόνιο πλάνο, που ήθελε όλο τον οργανισμό να είναι προσανατολισμένος σε επιθετικό ποδόσφαιρο. Σύμφωνα με τη λογική λοιπόν η απόλυση του Ζαρντίμ ήταν σωστή, καθώς τα καλά αποτελέσματα έρχονται και παρέρχονται, ενώ η αγωνιστική ταυτότητα είναι πολύ δύσκολο να αποκτηθεί και πολύ εύκολο να χαθεί.



Αυξημένη είναι γενικά και η πίστωση χρόνου που δίνεται στους προπονητές. Με εξαίρεση το διάστημα 2016-18, η θητεία τους συνήθως αγγίζει τη διετία. Αυτό το διάστημα ίσως να μη λέει πολλά, αλλά αν συγκρίνουμε με προπονητές σε ΑΕΚ και ΠΑΟΚ βλέπουμε πως κανένας δεν έχει κλείσει δύο έτη συνεχόμενης παρουσίας στον πάγκο. Ο Παναθηναϊκός αντιθέτως δίνει πίστωση χρόνου στους δικούς του τεχνικούς, αλλά έχει άλλα θέματα. Credit στους Πειραιώτες αξίζουν για την περίπτωση του Μαρτίνς, που ενώ την πρώτη του σεζόν έχασε πανηγυρικά το πρωτάθλημα απ' τον ΠΑΟΚ, του δόθηκε ψήφος εμπιστοσύνης, αφού εκτιμήθηκε το έργο του. Η δουλειά του Μαρτίνς εξαργυρώνεται μέχρι και σήμερα, καθώς ακόμα και με το φετινό ντεφορμάρισμα, ο Ολυμπιακός εξακολουθεί να είναι μακράν η καλύτερη ελληνική ομάδα.


Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΩΝ ΣΩΣΤΩΝ ΣΤΕΛΕΧΩΝ

Τη μεγαλύτερη σταθερά του Ολυμπιακού απ' το 2013 έως σήμερα αποτελεί ο Κριστιάν Καρεμπέ. Ο Γάλλος αρχικά υπηρετούσε ως σύμβουλος στρατηγικής της διοίκησης, ενώ απ΄το 2018 αποτελεί τον αθλητικό διευθυντή του συλλόγου. Η επιλογή του Ολυμπιακού να επενδύσει πάνω του αποδείχτηκε ολόσωστη, καθώς ο παλαίμαχος άσσος συγκεντρώνει μια σειρά από πολύτιμα προσόντα.



Έχει γνώση του τρόπου λειτουργίας των μεγάλων ευρωπαϊκών συλλόγων, χάρη στην εμπειρία του ως παίκτης, γνωρίζει καλά τη γαλλική αγορά και συγκεντρώνει το σεβασμό του ποδοσφαιρικού κόσμου, λόγω της καριέρας του και των τίτλων που έχει κατακτήσει. Εξίσου πολύτιμο προσόν του βέβαια, αποτελεί και η παρουσία του στην ποδοσφαιρική showbiz και σε διάφορα γκαλά και τελετές, αποκορύφωμα των οποίων υπήρξε η παρουσία του στην απονομή της Χρυσής Μπάλας του 2014.

Όλα τα ανωτέρω, σε συνδυασμό και με την προσωπικότητά του, κάνουν το συνομιλητή του να τον γνωρίζει και να τον σέβεται, είτε είναι ο ατζέντης κάποιου παίκτη, είτε ο παράγοντας άλλης ομάδας. Ξέρει πως στέκεται απέναντι σε έναν Παγκόσμιο Πρωταθλητή, ένα πρώην παίκτη της Ρεάλ, έναν που είναι μέσα στα πράγματα και τις γνωριμίες με FIFA και UEFA.



Ένα άλλο σημαντικό πρόσωπο που είδαμε στον Ολυμπιακό ήταν ο Πιερ Ισά, ως αθλητικός διευθυντής, τη διετία 2013-2015. Ο Νοτιοαφρικανός, σε συνεργασία με τον Καρεμπέ, ήταν αυτός που ξεκίνησε να μετατρέπει τους ερυθρόλευκους σε selling club, ανακαλύπτοντας παίκτες λαβράκια, κυρίως στη γαλλική αγορά και πουλώντας τους για πολλαπλάσια χρήματα απ' αυτά που κόστισαν. Στον Ισά πιστώνονται οι πανάκριβες πωλήσεις των Μήτρογλου, Μανωλά, Σάμαρη και οι αφίξεις κρυφών διαμαντιών όπως ο Ρομπέρτο, ο Μιλιβόγεβιτς, ο Μαζουακού κι ο Ελαμπντελαουί.

Το άλλο πρόσωπο κλειδί τα τελευταία έτη είναι ο Μοντεστό. Απ' την τωρινή του θέση, ως επικεφαλής σκάουτινγκ έχει προσφέρει πολλά στην ομάδα του. Χάρη στις διασυνδέσεις και τις γνωριμίες του στη Γαλλία έχει φέρει με ελάχιστο αντίτιμο στη χώρα μας ακατέργαστα διαμάντια σαν τον Καμαρά, το Σισέ, τον Αγκιμπού και το Φαντιγκά. Η πολύχρονη παρουσία του στη θέση που κατέχει προσφέρει άλλη μία σταθερά στον Ολυμπιακό και βοηθάει στην ανάπτυξη του δικτύου στη γαλλική αγορά.


A SELLING CLUB

Όπως ήδη αναφέρθηκε, ο Ολυμπιακός έχει μετατραπεί σε selling club, κερδίζοντας μεγάλα χρηματικά ποσά. Το δίκτυο που έχει στήσει και οι γνωριμίες των ανθρώπων του με ομάδες και πρόσωπα του εξωτερικού, του επέτρεψαν να αγοράζει εξελίξιμους ποδοσφαιριστές, με μεγάλες προοπτικές. 

Τέτοιες περιπτώσεις ήταν φυσικά οι νεαροί που είδαμε νωρίτερα, αλλά υπήρξαν και ευκαιρίες έτοιμων ποδοσφαιριστών που οι Πειραιώτες κατάφεραν να αρπάξουν, λόγω της συνεργασίας με μεγάλους μάνατζερ, όπως οι Ποντένσε, Σα και Τικίνιο.



Το σημαντικότερο βέβαια είναι η διάθεση του ίδιου του συλλόγου να πουλήσει και μάλιστα κοιτώντας όχι μόνο το κέρδος, αλλά το γενικότερο όφελος από μια συνεργασία με μεγάλη ομάδα. Μεγάλο παράδειγμα ο Τσιμίκας, ο οποίος πωλήθηκε στη Λίβερπουλ αντί 13 εκατομμυρίων, ενώ υπήρχαν προτάσεις από Λέστερ και γαλλικό σύλλογο για περισσότερα χρήματα. Η συνεργασία με τη Λίβερπουλ όμως εκτιμήθηκε πως μελλοντικά θα είναι πιο επωφελής. 

Επίσης οι Πειραιώτες κατάλαβαν πως σκοπός δεν είναι να πουλήσουν φύκια για μεταξωτές κορδέλες και να κοροϊδέψουν πχ τη Σέλτικ να δώσει 6 εκατομμύρια για τον Μπάρκα ή τη Νόριτς να δώσει 11 για τον Τζόλη, αλλά να πουλήσουν παίκτες με δυνατότητες και προοπτικές. Ο κάθε επίδοξος αγοραστής του Μαντί Καμαρά, πέραν των εμφανίσεών του, ξέρει πως απ' την ίδια ομάδα έκαναν το βήμα παραπάνω ο Τσιμίκας, που βρήκε θέση στο ροτέσιον της Λίβερπουλ, ο Μιλιβόγεβιτς, αρχηγός της Κρίσταλ Πάλας, ο Μανωλάς με καριέρα σε Ρόμα και Νάπολι και οι Μαζουακού, Ποντένσε ως βασικοί επί σειρά ετών στην Πρέμιερ Λιγκ.


ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΜΕΙΝΑΝΕ ΤΟΣΟ ΠΙΣΩ;

Οι ανταγωνιστές βρίσκονται πιο πίσω για διαφορετικούς λόγους ο καθένας. Το μόνο κοινό που παρατηρούμε είναι η παρεμβατικότητα των προέδρων τους κι η απουσία σύγχρονης οργανωτικής δομής.

Ξεκινώντας με τον Παναθηναϊκό παρατηρούμε απ' το 2012 και μετά έχει αλλάξει δέκα προπονητές, χωρίς να υπολογίζουμε τους υπηρεσιακούς. Είναι όμως η μοναδική ομάδα που έδωσε μεγάλη πίστωση χρόνου σε τρεις διαφορετικούς (Αναστασίου, Ουζουνίδη Δώνη), ενώ φαίνεται πως θα κάνει το ίδιο και με το Γιοβάνοβιτς. Το λάθος ήταν αφενός η μη στήριξή τους με μεταγραφές και σωστή στελέχωση του συλλόγου και αφετέρου η απόλυση των Αναστασίου και Δώνη, ενώ η δουλειά τους ήταν πετυχημένη.



Ο χειρισμός με τους τεχνικούς διευθυντές πάντως αποδείχτηκε πολύ χειρότερος. Η παρέλαση περιλαμβάνει από ανεπαρκείς όπως ο Βόκολος, μέχρι απατεώνες όπως ο Ρόκα. Ο μοναδικός που έδειξε πράγματα και στις δύο θητείες του, ο Νίκος Νταμπίζας, απολύθηκε προσωπικά και τις δύο φορές απ' τον ίδιο τον Αλαφούζο σε ένα κρεσέντο προεδρικών παρεμβάσεων σε τομείς που δε θα έπρεπε.


Αν πάντως αυτό παρηγορεί τους φίλους του Παναθηναϊκού υπάρχει και μεγαλύτερη παράνοια απ' αυτήν της ομάδας τους. Και λέγεται ΑΕΚ. Στο κιτρινόμαυρο στρατόπεδο απ' την άνοδο το 2015 έως σήμερα έχουν συμβεί εγκλήματα. Πλήρης απουσία στρατηγικού σχεδίου, τυχαίες επιλογές προσώπων, ιδεολογικές αγκυλώσεις και διαρκείς προεδρικές παρεμβάσεις.



Στα προπονητικά, βλέπουμε μονίμως να ξεκινά τη σεζόν ένας επιθετικογενής προπονητής και να την τελειώνει ένας αμυντικογενής. Είδαμε να έρχεται η ποδοσφαιρική απάτη που λέγεται Κετσμπάγια, με στελέχη της ΠΑΕ να διαδίδουν ως σκεπτικό το "μιλάει ποδοσφαιρικά την ίδια γλώσσα με Μελισσανίδη και Μπάγεβιτς"! Είδαμε να ξεκινάει το καλοκαίρι του 2018 ο Ουζουνίδης, με το φοβερό ανεπίσημο επιχείρημα "βγάζει λαγούς απ' τα καπέλα του", λόγω της καλής πορείας του με τον Παναθηναϊκό με πολύ χαμηλό μπάτζετ! Ο Χιμένεθ προσελήφθη κι αποχώρησε τρεις φορές, γνωρίσαμε τον τσαρλατάνο Μιγκέλ Καρντόσο. Στο υποτιθέμενο restart το καλοκαίρι του 2021 πήραν το Μιλόγεβιτς. Χωρίς ιδιαίτερο λόγο σε τρεις μήνες ο Σέρβος αντικαταστάθηκε απ΄το Γιαννίκη σε ένα ακόμη μπρος πίσω από επιθετική σε αμυντική ποδοσφαιρική φιλοσοφία. 

Όσον αφορα τους τεχνικούς διευθυντές  ας αναφέρουμε απλώς πως απ' το 2015 μέχρι σήμερα έχουν περάσει πολλοί διαφορετικοί. Από κανονικοί επαγγελματίες όπως οι Μιλοβάνοβιτς και Ίβιτς μέχρι ανεπαρκείς σαν το Λυμπερόπουλο και το Ματιάσεβιτς και τελείως άπειρους, σαν τους Κονέ, Παπαδημητρίου. Όποιος και να είναι όμως ο τεχνικός διευθυντής της ΑΕΚ, ο λόγος ανήκει πάντα στο Μελισσανίδη. Έναν πρόεδρο που κλείνει προπονητές και παίκτες μόνος του, γιατί τους είδε κάποια στιγμή και του άρεσαν. Με αγκυλώσεις και κολλήματα, όπως να προσλαμβάνει μόνο άτομα που ήταν και παλιότερα στην ΑΕΚ σε μια ατελείωτη ανακύκλωση, ή έστω που τους έχει γνωρίσει απ' τη θητεία τους στο εκπληκτικής δυναμικότητας ελληνικό πρωτάθλημα. Μια 90's ομάδα όμως δεν μπορεί να έχει μέλλον όσο ζει σε περασμένες δεκαετίες.


Ο ΠΑΟΚ τέλος είναι ο πιο επικίνδυνος ανταγωνιστής του Ολυμπιακού. Ομοίως με ΑΕΚ και Παναθηναϊκό έχει κάνει μεγάλα σφάλματα, όπως κακές επιλογές προπονητών και τεχνικών διευθυντών, αλλά και παρεμβάσεις του Σαββίδη σε μεταγραφικά ζητήματα. Χαρακτηριστική είναι η επιμονή για παίκτες απ' το ρωσικό πρωτάθλημα, λόγω της καταγωγής του.



Το πιο πρόσφατο λάθος έγινε όταν έδωσε υπερεξουσίες στο Ραζβάν Λουτσέσκου με την επιστροφή του στην ομάδα. Ενώ η προπονητική του αξία δεν αμφισβητείται, κάποιοι πίστεψαν πως το ξεπερασμένο αγγλικό μοντέλο ενός παντοδύναμου manager, που έχει τον πρώτο λόγο σε όλα, μπορεί να δουλέψει στο σήμερα. Όπως αποδείχτηκε δεν μπορεί.

Αντίθετα με τους άλλους συλλόγους όμως, ο ΠΑΟΚ έχει δείξει πως προσπαθεί να εκσυγχρονιστεί. Κατά καιρούς έχει προσλάβει τεχνικούς διευθυντές με εμπειρία σε μεγάλες ομάδες του εξωτερικού. Κάποιοι βγήκαν, κάποιοι άλλοι όχι, σημασία όμως έχει το γεγονός πως στην ασπρόμαυρη ΠΑΕ έχουν κατανοήσει κάποια πράγματα, ενώ σταδιακά φαίνεται κι η πρόοδος που έχει γίνει στην πολιτική που αφορά τις πωλήσεις παικτών.


Η ΑΠΟΔΕΙΞΗ

Απόδειξη της οργανωτικής ανωτερότητας του Ολυμπιακού είναι η διετία 2016-2018. Το καλοκαίρι του 2016, μετά τη φυγή του εξαιρετικού Μάρκο Σίλβα, ο Μαρινάκης άρχισε να επεμβαίνει στο εσωτερικό της ομάδας του σε βαθμό αντάξιο των ανταγωνιστών του. Οι αθλητικοί διευθυντές και οι προπονητές διαδέχονταν ο ένας τον άλλον, η αγωνιστική ταυτότητα ξεκίνησε να χάνεται και ο αριθμός των πωλήσεων παικτών ξεπέρασε το σημείο ασφαλείας. Οι μεταγραφές δε βγήκαν και μοιραία το επίπεδο της ομάδας έπεσε.

Το πρωτάθλημα του 2016-17 κατακτήθηκε περισσότερο λόγω κεκτημένης ταχύτητας και με πολύ μικρή διαφορά απ' το δεύτερο ΠΑΟΚ και την επόμενη χρονιά ο τίτλος κατακτήθηκε απ΄ την ΑΕΚ, με τον ΠΑΟΚ να τερματίζει κι αυτός ψηλότερα στη βαθμολογία. Στο ερυθρόλευκο στρατόπεδο κατάλαβαν τι γίνεται και φρόντισαν να διορθώσουν τα πράγματα, αλλά μέχρι η νέα ομάδα που στήθηκε να είναι έτοιμη, χαθηκε και το επόμενο πρωτάθλημα, καταλήγοντας στη Θεσσαλονίκη.

Αφού η συγκεκριμένη διετία έγινε μάθημα στον Ολυμπιακό, τότε γιατί τόσα χρόνια αποτυχιών δε γίνονται μάθημα στους υπόλοιπους ανταγωνιστές; Δε γίνεται μια μεγάλη ομάδα να ζει στο παρελθόν, πρέπει να λειτουργεί κοιτάζοντας το μέλλον.


Γιώργος Παυλίδης